Πέμπτη 1 Ιουλίου 2010

ΓΙΑ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ

Κάποιο απόγευμα, περπατώντας στα στενά δρομάκια, κάτω από την Ακρόπολη, νόμισα πώς άκουσα έναν λυγμό… Στάθηκα ν’ αφουγκραστώ…
Προχώρησα και είδα μία γυναίκα που κάθονταν στη γης, δίπλα στα ερείπια τής αρχαίας δόξας της, με πόδια ματωμένα, με τ’ ανάερα λευκογάλαζα ρούχα της κουρελιασμένα. Τόσο ταλανισμένη και πικραμένη και παρ’ όλα αυτά τόσο περήφανη, αγέρωχη!

Κρατούσε στα χέρια τις φωτεινές σελίδες τής Ιστορίας…

Εκείνη, το πρότυπο τού ιδανικού, που χάραξε με το παράδειγμά της, δρόμους ανάπτυξης και πολιτισμού για όλη την υφήλιο… Εκείνη που γέννησε τα ιδανικά, τις αξίες, τον ηρωϊσμό, την ίδια την ελευθερία, έστεκε εδώ μπροστά μου, απελπισμένη… Mε κοίταξε στο πρόσωπο, είδα τα μάτια της και η θλίψη με γονάτισε. Ήταν γεμάτα δάκρυα.

-Γιατί κλαίς Μάνα κι η θάλασσα η γαλανή σκοτείνιασε; Μόλις τα δάκρυά σου είδε ο Όλυμπος, η αλλοτινή τών αθανάτων κατοικία, σείστηκε απ’ τα θεμέλιά του… Δεν σού πρέπει η απόγνωση Μάνα. Πάντα από εσένα αντλούσα δύναμη, κουράγιο… Από πού να κρατηθώ;
-Οι Εφιάλτες πλήθυναν παιδί μου. Και πια δεν είναι τού πολέμου Εφιάλτες, μα τής ειρήνης. Ήρθαν με αηδές χαμόγελο και περισσή θρασύτητα, έκλεψαν, έκαψαν, λεηλάτησαν… Και μες την απληστία τους, θέλησαν να δώσουν ακόμη ένα χτύπημα, στα ήδη αποκαμωμένα μου παιδιά. Να σβήσουν με την γομολάστιχα τού αίσχους, τις θυσίες, τούς αγώνες, την ιστορία ολόκληρη, δηλητηριάζοντας το παρόν, προαναγγέλοντας ένα ανύπαρκτο μέλλον. Άδειασαν το πικρό τής προδοσίας ποτήρι στη γης κι έχασε μεμιάς το χρώμα κι έπαψε να φεγγοβολά. Μίλησα με τα πέλαγα τού Αιγαίου, τού Ιονίου, τής Κρήτης… Με τής Ηπείρου τα βουνά και τής Μακεδονίας, που πολέμους έζησαν κι είδανε πολλά, για μπορούν να χαίρονται τη λευτεριά. Απλώθηκα επάνω τους ν’ ακούσω τη φωνή τους κι άκουσα ένα παράπονο: Γιατί;; Όλα μάταια λοιπόν; Έτσι θα παραδώσουμε στη λήθη χιλιάδες χρόνια αγώνων;
Άκουσα το παράπονο και η καρδιά μου ράγισε… Και τώρα στέκω εδώ και κλαίω τα παιδιά μου με δάκρυα πικρά … όχι αυτά που αψήφισαν τον κίνδυνο, ύψωσαν το ανάστημά τους μπροστά στον εχθρό και αντιστάθηκαν μέχρι τέλους, όχι… Αυτά ανήκουν στην Ιστορία, στο πάνθεον τών ηρώων. Κλαίω αυτά τού αύριο. Αυτά, που τίποτα δεν θα τούς έχει απομείνει πια για να θαυμάσουν. Που όταν θα μεγαλώσουν, δεν θα γνωρίζουν τις ρίζες τους, τούς προγόνους, την πορεία τους μέσα στην ιστορία, ούτε αυτούς που με τις ηρωϊκές τους πράξεις πέρασαν στην αθανασία. Μην έχοντας όραμα, θα προχωρούν σαν τυφλοί μες το σκοτάδι, άτολμοι και σκυθρωποί, χωρίς φωτεινούς οδηγούς στο δρόμο τους….
-Μάνα την καρδιά μου έχει κυριεύσει η αγωνία. Σειρήνες πολλές… λένε πως θ’ αφανιστούμε, πως όλα είναι χαμένα.
-Όχι παιδί μου. Έχω περάσει κι άλλες τέτοιες δοκιμασίες, πολλές. Και υποσχέσεις κίβδηλες και λόγια μεγάλα άκουσα, αλλά έμαθα τίποτε να μην περιμένω ούτε από αρχηγούς, μήτε κι απ’ τους προστάτες. Πάντοτε στο τέλος τα παιδιά μου με έσωζαν. Πολλοί προσπάθησαν να μ’εξαφανίσουν. Όμως να το ξέρεις… Δεν είμαι απλά μία χώρα. Δεν έχω σύνορα, ούτε όρια… Είμαι ιδέα! Και μία ιδέα δεν ανήκει στη γήινη σφαίρα, είναι άφθαρτη, αθάνατη…
-Πές μου τι να κάνω Μάνα… τι να κάνω, αυτήν τη θλίψη σου να διώξω;
-Ότι κι αν γίνει μην αφήσεις την λήθη να αγγίξει την πορεία μου, παιδί μου.
Ακόμη και οι εχθροί να έλθουν, θέλω να με έχεις πάντοτε βαθεία στο νου και την καρδιά σου. Εκεί δεν μπορεί κανείς να με αγγίξει… Και κάτι άλλο… Ούτε τ’ αδέλφια σου να ξεχάσεις. Έχω παιδιά στην Κύπρο, την Βόρειο Ήπειρο, σ’ όλα τα Βαλκάνια, την Ανατολική Θράκη, τη Μικρά Ασία, τον Πόντο… Που αποκομμένα, πιστεύουν πώς όλοι τα λησμόνησαν… πολλά απ’αυτά, δεν τολμούν να ξεστομίσουν πως είναι παιδιά μου… Αλλά τα βράδια, κρυφά, πίσω από τις κλειδωμένες πόρτες, μιλούν για μένα στα μικρά παιδιά, κάνοντας τις ιστορίες παραμύθια. Για να γνωρίσουν οι επόμενες γενιές, τις ρίζες τους, να αναγνωρίσουν την ταυτότητά τους, να διατηρήσουν την περηφάνεια τους…
Αυτή η γυναίκα δεν είναι μόνο η δική μου Μάνα. Είναι η Μητέρα Ελλάδα που θλίβεται για την κατάντια, όχι τη δική της, μα τη δική μας. Σ’ αυτήν τη Μάνα έδωσα υπόσχεση, όχι τών λόγων…. Έδωσα υπόσχεση καρδιάς, αυτά τα δάκρυα πως θα τα σταματήσω!

Σόνη Ηλιάδη

1 σχόλιο:

Σείριος είπε...

Το πανέμορφο κείμενο με τον τίτλο «ΓΙΑ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ» ας το χρησιμοποιήσουμε σαν κλειδί, να ξεκλειδώσουμε ξεχασμένες μνήμες, και να συνειδητοποιήσουμε τα χρέη μας προς τις αγέννητες γενιές.

Αυτή την πατρίδα την χρωστούμε σε αυτούς που θα γεννηθούν αύριο.

Αυτή η πατρίδα είναι ποτισμένη με αίμα αναρίθμητων ηρώων.

Αυτή η πατρίδα δεν είναι οι κυβερνώντες που έρχονται και παρέρχονται για τους οποίους εμείς φέρουμε ευθύνη.

Τι είναι αυτή η πατρίδα δεν μπορείς να το περιγράψεις με λέξεις, αλλά να το νοιώσεις με αισθήματα.

Ή το νοιώθεις ή όχι και αναλόγως πράττεις.

Ο κάθε ένας είναι ελεύθερος να διαλέξει τον δρόμο που επιθυμεί.

Όμως ο καθένας είναι υπεύθυνος για τις πράξεις του και θα υποστεί τις συνέπειες των.

Και αυτό δεν ισχύει μόνο για τα άτομα, αλλά και για τα έθνη.

Ευχαριστώ την Σόνη Ηλιάδη για το υπέροχο κείμενο!!!

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Αρχειοθήκη ιστολογίου